Categories

Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΟΥ ΜΕ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ

Όταν κάποιος στην Ελλάδα θέλει να ασχοληθεί με την πολιτική πράξη, πάει σε ένα κόμμα, αλλά, όταν θελήσει να ασχοληθεί με τα έργα του πολιτισμού και ειδικά της μυθιστορηματικής παραγωγής, οφείλει να κρατήσει μια όσο το δυνατό αξιολογική ουδετερότητα. Οφείλει κυρίως να έχει επεξεργαστεί ένα σύνολο μεθόδων που να προσαρμόζονται ανάλογα με το αντικείμενό του.

Το αντικείμενό μου είναι το μυθιστόρημα μιας δοσμένης εποχής και μιας συγκεκριμένης κοινωνίας.  Γι’ αυτό η εξέτασή του σχετίζεται με την  αισθητική σε ό,τι αφορά τη μορφή του, με τη γλωσσολογία, σε ό,τι αφορά το υλικό του, με την κοινωνιολογία σε ό,τι αφορά τον κόσμο που ιστορείται στα θέματά του, με την ανθρωπολογία σε ό,τι αφορά την κουλτούρα των συγγραφέων και αναγνωστών του, με την κοινωνιολογία της αγοράς συμβολικών προϊόντων, της πολιτικής των εκδόσεων, της πολιτικής των βραβεύσεων και της λογοκρισίας.

Μακάρι να ήταν τα πράγματα απλά, όπως τα υπέθεταν οι μεγάλοι δάσκαλοι (Goldmann, Bourdieu, Lucacs), αλλά και οι σύγχρονοι  ( Dubois, Duchet, Angenot, Leenhardt). Tότε θα ίσχυαν οι θεωρίες τους ή οι μέθοδοί τους και για χώρες σαν την Ελλάδα.

Όμως ο συγκλονισμός που έζησε η χώρα από τον Οκτώβρη του 2009 φανέρωσε την κρυμμένη πραγματικότητα, που την είχα αναλύσει στα βιβλία μου. Επιβεβαιώθηκε η κεντρική μου έννοια για τον Καθημερινό Κοινό Λόγο στην Ελλάδα, που λειτουργεί σαν ένας κώδικας λέξεων και εντολών σε κάθε δράση και κάθε αντίληψή μας. Η πνευματική παραγωγή, η παραγωγή μυθιστορημάτων επηρεάζεται άμεσα ή έμμεσα από την ιδιοτυπία  της χώρας. Μια χώρα που χαρακτηρίζεται από ένα τύπο κορπορατισμού, που το μέγα μέρος του πληθυσμού (δημόσιοι υπάλληλοι, αγρότες, βρίσκονται έξω από την καπιταλιστική σχέση), που πέρασε στις υπηρεσίες προτού να περάσει στην εκβιομηχάνιση, που ο εθνικισμός και η θεοκρατία επηρεάζουν την καθημερινή κουλτούρα και τον τρόπο παραγωγής πνεύματος.

Είτε μας αρέσει, είτε όχι, δεν είναι δυνατή μια ενιαία κοινωνιολογία της λογοτεχνίας. Γι’ αυτό όρισα τη δική μου προσέγγιση  όχι κοινωνιοκριτική, αλλά “για μια κοινωνιοκριτική”. Και είναι μια μέθοδος που εξ ορισμού δε διεκδικεί την απόλυτη αλήθεια, δεν κτυπάει ένα είδος μυθιστορήματος, για να υποστηρίξει ένα άλλο, δεν καταλήγει σε αφηρημένες διατυπώσεις, αλλά ερμηνεύει το ίδιο το κείμενο. Όμως βλέπει τη διαφορά του από το κείμενο του χθες.